Τρίτη 17 Μαΐου 2016

Τα υδάτινα φράγματα και οι τεχνητές λίμνες της Ηπείρου

Από τις μαθήτριες Μελίνα Καψάλη, Μαρκέλλα Μπουρνάκα, Κασμίνα Πασχοπούλου, Β΄ Γυμνασίου
        Για να αποθηκεύσουμε ποσότητες νερού, ώστε να τις χρησιμοποιήσουμε, όταν και όπως τις χρειαζόμαστε, κατασκευάζουμε τεχνητές λίμνες και φράγματα.  Η κατασκευή ενός φράγματος σε έναν ποταμό και η δημιουργία τεχνητής λίμνης (ταμιευτήρας), μετατρέπει το φυσικό ποτάµιο σύστηµα σε λιµναίο. Οι τεχνητές λίμνες αρχικά είναι άχαρα έργα, πληγές στη Γη. Η κατασκευή τους, όμως, εκτός από την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας, καλύπτει ζωτικές ανάγκες ευρύτερης εθνικής σημασίας, ...


... όπως ύδρευση(πόσιμο νερό, κτηνοτροφία κλπ), άρδευση(πότισμα γεωργικών εκτάσεων), αντιπλημμυρική προστασία και διατήρηση οικοσυστημάτων(όπου βρίσκουν πολύτιμο καταφύγιο και αναπτύσσονται ζώα, πουλιά και φυτά), ενώ παράλληλα συμβάλλει σημαντικά και στη διαχείριση των υδατικών πόρων της χώρας. Με βάση τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η κατασκευή φραγμάτων συντελεί στην ενεργειακή αυτονομία της χώρας και επιφέρει θετικές επιπτώσεις στην οικονομία και στην ανάπτυξή της.
      Η βιοποικιλότητα της ευρύτερης περιοχής των φραγμάτων προσδίδει σε αυτά επιστημονικό ενδιαφέρον, αλλά και τουριστικό, μια και η πλειονότητα αυτών μεταμορφώθηκε σε πόλο έλξης τουριστών, προσφέροντας το διαφορετικό στις εκδρομικές και περιβαλλοντικές αναζητήσεις τους.
     Οι νέοι οικότοποι, µε λιµναίες πλέον οικολογικές συνθήκες, ευνοούν την ανάπτυξη αρκετών υδρόβιων οργανισµών (ψαριών και αµφίβιων), που προσφέρουν τροφή και καταφύγιο σε μεγάλο αριθμό αποδημητικών ή µη πουλιών, µε τα πρώτα να χρησιµοποιούν τους ταµιευτήρες ως ενδιάµεσους σταθµούς στο µακρύ τους ταξίδι.
     Βέβαια, υπάρχει και η αντίθετη όψη του νομίσματος: η αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών, το μεγάλο οικονομικό κόστος κατασκευής και συντήρησής τους, τα λύματα που ελευθερώνονται από το τσιμέντο, η εξαφάνιση οικισμών ίσως και μνημείων κάτω από το νερό, η εξαφάνιση ειδών χλωρίδας και πανίδας από την αλλαγή του οικοσυστήματος  και κάποιες μεταβολές στο τοπικό κλίμα αποτελούν αρνητικές συνέπειες της δημιουργίας φραγμάτων, που προκαλούν έντονες αντιδράσεις  στην πρόθεση κατασκευής τους.
        Στην Ελλάδα υπάρχουν ή σχεδιάζονται πάνω από 150 φράγματα. Άλλα τόσα μικρά, μπορούν να αντιμετωπίσουν τη λειψυδρία στα νησιά, προσφέροντας στους επισκέπτες τους αποδεδειγμένα το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Στη δε Ήπειρο οι μέχρι τώρα έρευνες έδειξαν ότι μπορούν να δημιουργηθούν μέχρι 18 μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια, καθώς επίσης, μέχρι και 50 περίπου μικρά, που μπορούν να παράγουν 5,000 GWh περίπου ετησίως. Αυτή η παραγωγή ενέργειας αντιστοιχεί στο 25% του αξιοποιήσιμου υδάτινου δυναμικού της χώρας και στο 15% της καταναλισκόμενης ισχύος ανά έτος στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα φράγματα έχουν κατασκευαστεί στους ποταμούς Άραχθο, Λούρο, Καλαμά και Αώο.
ΑΡΑΧΘΟΣ
        Τα φράγματα που έχουν κατασκευαστεί στον Άραχθο είναι αυτά του Πουρναρίου Ι και του Πουρναρίου ΙΙ.  Το μεγάλο φράγμα Πουρνάρι Ι βρίσκεται 4,5 χιλιόμετρα πάνω από την Άρτα ξεκίνησε το 1981 και ολοκληρώθηκε το 1997. Είναι  χωμάτινο, πλάτους βάσης 450 μέτρων και ύψους 107 μέτρων και η κατασκευή του έγινε κυρίως για λόγους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις αιχμές ενεργειακής ζήτησης, την ανάσχεση πλημμυρών και την αποθήκευση νερού για τις αρδευτικές ανάγκες του κάμπου. Ύστερα από την ολοκλήρωση του έργου μειώθηκε η τροφοδοσία του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα, που γινόταν με την κατείσδυση του επιφανειακού νερού στα κατώτερα στρώματα, με αποτέλεσμα να μειωθεί η διαθεσιμότητα των υπόγειων υδάτων και να αλλάξει ριζικά το υδρολογικό υπόστρωμα στην περιοχή από την έξοδο του φράγματος μέχρι τις εκβολές του ποταμού. Για το λόγο αυτό κοντά στη βάση του φράγματος Πουρνάρι Ι κατασκευάσθηκε το Πουρνάρι ΙΙ για να παίζει ρυθμιστικό ρόλο, ώστε να υπάρχει μια μόνιμη ροή νερού στην κοίτη ακόμα και το καλοκαίρι. Ίσως με μια σωστή διαχείριση να επιτευχθεί και ο σταδιακός εμπλουτισμός του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα της πεδινής ζώνης, με τις πολλές γεωτρήσεις πού υπάρχουν τώρα.
                 Η ιχθυοπανίδα που παρουσιάζεται στις τεχνητές λίμνες του Αράχθου είναι αρκετά σημαντική: κυπρίνοι, στρωσίδι, πινδοβίνος, σκυλόψαρο, μπριάνα, λιάρα, μουστακάτο, άγρια πέστροφα, χέλι και ο ψευδοφοξίνος.  Έτσι εξηγούνται και οι αρκετές βάρκες που βλέπει συχνά ο επισκέπτης στη λίμνη. Η ορνιθοπανίδα στην ευρύτερη περιοχή της λίµνης, εµφανίζεται περίπου όµοια µε αυτήν της κοιλάδας του Αχελώου: νυχτοκόρακες, πρασινοκεφαλόπαπιες, αλκυόνες, φαλαρίδες, ενώ καστανοκεφαλόγλαροι και ποταμοσφυριχτές συμπληρώνουν την  πλούσια ορνιθοπανίδα.    
       Το ίδιο συµβαίνει και µε την πανίδα των θηλαστικών και των ερπετών. Όσον αφορά τη χλωρίδα της περιοχής, η βλάστηση που παρουσιάζεται είναι µεσο-µεσογειακής διάπλασης, στην οποία εµφανίζονται διάφορες χαρακτηριστικές φυτοκοινωνίες όπως ρείκια, ασπάλαθοι κ.ά. 
       Η πτώση της στάθμης της λίμνης ανά περιόδους ανεβοκατεβαίνει κατά 25 μέτρα περίπου, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται λάσπη και να αποκαλύπτονται κάποια παλιά σπίτια και άλλα κτήρια από τον οικισμό της Κάτω Καλεντίνης, που βυθίστηκε στα νερά της λίμνης, δημιουργώντας ένα μυστήριο σκηνικό, με εντυπωσιακότερο όλων, το παλιό δημοτικό σχολείο που αποτελεί και το μεγαλύτερο αυτών.

ΛΟΥΡΟΣ

               Τα νερά του Λούρου εγκλωβίζονται από το Τεχνητό Υδροηλεκτρικό Φράγμα της ΔΕΗ Λούρου, ύψους 25m και πλάτους 70m. Το φράγμα είναι σε λειτουργία από το 1954 και έχει μέση ετήσια παραγωγή ενέργειας 48 GWh. Το έργο βρίσκεται στα όρια των νομών Άρτας και Πρέβεζας. Αξιοποιεί την παροχή του ποταμού Λούρου, με φράγμα από σκυρόδεμα που του δίνει την απαραίτητη αντοχή  να επιτρέπει χωρίς κίνδυνο τη ροή του νερού από πάνω του. Ήταν το πρώτο υδροηλεκτρικό έργο που κατασκεύασε η ΔΕΗ Α.Ε. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο ΜΥΗΣ Λούρου έχει αποτυπωθεί και σε γραμματόσημο των ΕΛ.ΤΑ. στη σειρά Δ.Ε.Η., το 1962.

        Βιοκλιματικά, η περιοχή στην οποία βρίσκεται ο ταµιευτήρας επί του ποταµού Λούρου, ανήκει στην ίδια κατηγορία µε την περιοχή των τεχνητών λιµνών του ποταµού Αράχθου, µε αποτέλεσµα να παρουσιάζουν και την ίδια βιοποικιλότητα. Αξίζει να σημειωθεί, η εντυπωσιακή µαζική παρουσία φωλιών πελαργών επάνω στους στύλους του ηλεκτρικού ρεύµατος κατά µήκος του δρόµου Άρτας-Ιωαννίνων, όπου η ∆ΕΗ ΑΕ κατασκεύασε κατάλληλες πλατφόρµες για τους πελαργούς, ώστε να διευκολύνονται στη δημιουργία των φωλιών τους.

      Το φράγµα του Λούρου θεωρείται ένα από τα µικρότερα ΥΗΕ στην Ελλάδα και µάλιστα διαθέτει έναν από τους µικρότερους ταµιευτήρες εµβαδού µόνο 0.15 km2. Η απλότητα του τρόπου κατασκευής και λειτουργίας του απέτρεψε την εµφάνιση οποιουδήποτε προβλήµατος από το 1954 μέχρι σήμερα, παρότι το φράγμα υπερχειλίζει συχνά. Όμως, η συχνή ροή του νερού επέτρεψε και µια έντονη στερεοµεταφορά. Λάσπη και χαλίκια παρασύρθηκαν σταδιακά από τα επιφανειακά νερά και κατέληξαν στον ποταμό. Αυτά τα στερεά γέμισαν ένα µεγάλο µέρος του ταµιευτήρα  σε ποσοστό 80% της συνολικής χωρητικότητάς του. Αφού, λοιπόν, τα φερτά υλικά έχουν φτάσει το υψόµετρο +96 m όπου βρίσκεται η στέψη, αυτό σηµαίνει ότι η είσοδος του εκκενωτή πυθµένα που έχει κατασκευαστεί στα +83.22 m βρίσκεται θαµµένη κάτω από 12.50 m περίπου λάσπης, χαλικιών, κλαδιών δέντρων και κορµών, που τα τελευταία 53 χρόνια έχει µεταφέρει ο ποταµός. Είναι, λοιπόν, βέβαιο ότι οι εκκενωτές έχουν περιέλθει σε αχρηστία και η λειτουργία τους είναι αδύνατη, αν δεν αποµακρυνθεί πρώτα αυτός ο µεγάλος όγκος φερτών.
ΚΑΛΑΜΑΣ
        Μέχρι τη δεκαετία του 60 οι εκβολές του ποταμού Καλαμά ήταν νότια του Μαυρονόρου, κοντά στην Ηγουμενίτσα. Τότε κατασκευάστηκε ένα αρδευτικό φράγμα με στόχο να μεταφερθεί η κοίτη του ποταμού βορειότερα, για να δημιουργηθούν έτσι νέες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Τη δεκαετία του 60 γίνονται εκτεταμένα αποστραγγιστικά έργα και αλλαγή της κοίτης του Καλαμά βορειότερα, για να σταματήσουν οι συχνές πλημμύρες. Η περιοχή έπαψε να βαλτώνει και το μεγάλο φράγμα του ποταμού κοντά στη Γιτάνη αρδεύει από την δεκαετία του ‘60, 25.000 στρέμματα, μεταβάλλοντας τον άλλοτε φτωχό και ξερικό κάμπο σε παράδεισο καλλιεργειών, κυρίως εσπεριδοειδών, τριφυλλιού και καλαμποκιού.

       Το φράγμα συντέλεσε στη δημιουργία ενός σημαντικού οικοσυστήματος με αξιόλογα είδη ψαριών, όπως το στρωσσίδι, το τυλινάρι, η ποταμοσαλιάρα, ο ζουρνάς και ο πρασινογωβιός, Επίσης, βοήθησε στην παραδοσιακή ή ήπια εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της περιοχής και δημιούργησε ένα τοπίο ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς.

ΦΡΑΓΜΑ ΠΗΓΩΝ ΑΩΟΥ
        Στα ανατολικά του Νομού Ιωαννίνων, 20 χλμ. βορειοδυτικά του Μετσόβου, δεσπόζει με την ομορφιά της η τεχνητή λίμνη των Πηγών Αώου. Η λίμνη δημιουργήθηκε με την κατασκευή του υδροηλεκτρικού έργου της ΔΕΗ το 1987 με σκοπό την παραγωγή ενέργειας. Γύρω της υπάρχουν 7  φράγματα με το μεγαλύτερο να έχει ύψος 78 μ. Όλα τα φράγματα είναι χωμάτινα με κεντρικό αργιλικό πυρήνα, φίλτρα από αμμοχάλικο και εξωτερικές ζώνες από περιδοτίτη. Η έκταση της είναι 11,5 τ.χλμ. και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.350 μέτρων, γεγονός που την κατατάσσει ως την πιο ορεινή μεγάλη λίμνη της Ελλάδας. Η λίμνη βρίσκεται ανάμεσα σε δύο Εθνικά Πάρκα, της Βάλια Κάλντα και του Βίκου-Αώου. Από αυτή το νερό οδηγείται στον υπόγειο σταθμό παραγωγής, 440 μέτρα χαμηλότερα, με σήραγγα μήκους 3 χλμ. και διαμέτρου 3,5 μέτρων και από εκεί με άλλη σήραγγα 2900 μ. και διαμέτρου 4,7 μ. στον ποταμό Μετσοβίτικο, παραπόταμο του Άραχθου και ενισχύει την παραγωγή του ΥΗΣ Πουρναρίου.

        Η λίμνη συνδυάζει ένα μοναδικό λαβύρινθο ρυακιών, φυσικών μικρών λιμνών και εκτεταμένων ορεινών λιβαδιών που σφύζουν από ζωή.  Η ακτογραμμή της είναι μεγάλη και δαντελωτή με όμορφα δασωμένα μικρά φιόρδ και πολλά νησάκια να σχηματίζονται στο εσωτερικό της.
        Η βλάστηση γύρω από τη λίμνη είναι μοναδική, τόσο από άποψη ομορφιάς, όσο και από άποψη πολλών σπάνιων φυτών. Στα ανατολικά της λίμνης,  επικρατούν δάση μαύρης πεύκης και διάσπαρτα ρόμπολα, ενώ στα δυτικά ξεκινάει ένα από τα μεγαλύτερα και ομορφότερα δάση οξιάς της Ελλάδας. Στα δε λιβάδια υπάρχουν διάσπαρτα δέντρα και θάμνοι, όπως κράταιγοι και αγριοκορομηλιές. Δίπλα από τα ρυάκια και μέσα στο δάσος φυτρώνουν δεκάδες είδη σπάνιων ορχιδεών. Το φθινόπωρο κάτω από τις πυρρόξανθες οξιές βγαίνουν τα όμορφα μανιτάρια Amanita muscaria και Amanita pantherina.


       Η ορνιθοπανίδα περιλαμβάνει πολλά είδη του δάσους, αλλά και παρυδάτια πουλιά. Στις μικρές λίμνες και στα ρυάκια ζούνε αλπικοί τρίτωνες και μακεδονικοί τρίτωνες. Στα θηλαστικά συμπεριλαμβάνονται πολλά και θαυμαστά ζώα. Συχνή είναι η παρουσία από αρκούδες, λύκους, αγριόγατες, ζαρκάδια, αλεπούδες, ασβούς, κουνάβια, λαγούς και δεντρομυωξούς.
       Η δε ιχθυοπανίδα της λίμνης περιλαμβάνει ευρωπαϊκά τσιρωνάκια, χέλια, γριβάδι, πινδοβίνους, ιονικές πέστροφες, αλλά και εισηγμένα είδη, όπως τον οξύρυγχο του Δούναβη, το ηλιόψαρο και την αμερικάνικη πέστροφα.

      Τελικά, η λίμνη των Πηγών Αώου κατασκευάστηκε αρχικά για πρακτικούς σκοπούς, αλλά στη συνέχεια εξελίχθηκε σε έναν σημαντικό υδροβιότοπο κι σε έναν υπέροχο τόπο αναψυχής και πόλο έλξης πολλών τουριστών.

Πηγές:
http://www.pass2greece.gr
https://el.wikipedia.org
http://portal.tee.gr
http://www.thespro.gr
http://www.rosanna.gr         
http://12lyk-athin.att.sch.gr
http://agrocapital.gr
http://www.giannena-e.gr
http://www.eoellas.org
http://www.visitgreece.gr
http://www.korfovouni.eu
http://www.naturagraeca.com

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου


Υπεύθυνη Καθηγήτρια Περιβαλλοντικής Ομάδας:

Koυϊμτζή Κατερίνα, Φιλόλογος